χρωμίτης

χρωμίτης
Ορυκτό που ανήκει στην ομάδα των σπινελλίων· είναι οξείδιο του σιδήηρου και του χρωμίου (FeO . Cr2O3) και κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα. Σπάνια βρίσκεται σε κρυστάλλους καλά διαμορφωμένους (οκτάεδρα), εμφανίζεται όμως γενικά σε μικροκρυσταλλικές μάζες με βαθύ καστανό προς το μαύρο χρώμα. Ο καθαρός χ. είναι σπάνιος, επειδή μαζί με το χρώμιο συνυπάρχει συνήθως και αλουμίνιο (αργίλιο), ενώ μαζί με τον σίδηρο υπάρχει μαγνήσιο, ψευδάργυρος και μαγγάνιο. Ο χ. είναι ένα από τα ορυκτά που κρυσταλλώνονται πρώτα κατά την ψύξη του μάγματος, γι’ αυτό και είναι άφθονος στα βασικά πετρώματα, που προηγούνται από τα όξινα κατά τη μαγματική στερεοποίηση (περιδοτίτες, σερπεντίνες, κλπ.). Κόνδυλοι χρωμίτη, του μόνου ορυκτού του χρωμίου, από το οποίο η βιομηχανία εξάγει το μέταλλο.
* * *
ο Ν
(ορυκτ.) χρωμιούχο ορυκτό τού σιδήρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chromite < γερμ. Chromit < (χρώμα + κατάλ. -ίτης*). Η λ. μαρτυρείται από το 1872 στον Αλ. Ισαακίδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σπινέλιοι — Ομάδα ορυκτών που αντιστοιχούν στο γενικό τύπο R’’ O3. R’ Ο: το R’ δείχνει ένα δισθενές μέταλλο (μαγνήσιο, σίδηρο, ψευδάργυρο, μαγγάνιο) και το R’’ ένα τρισθενές (αργίλιο, χρώμιο, σίδηρο). Όλα τα μέλη της ομάδας των σ. κρυσταλλώνονται στο κυβικό… …   Dictionary of Greek

  • μετάλλευμα — Ορυκτό που συνήθως περιέχει διάφορα μέταλλα σε αρκετή ποσότητα, ώστε να παρουσιάζει βιομηχανικό ενδιαφέρον. Η χρήση των μ. από τη βιομηχανία προϋποθέτει την κατάλληλη κατεργασία (φυσική, χημική ή θερμική). Τα μέταλλα που συγκροτούν τα μ.… …   Dictionary of Greek

  • Ευβοίας, νομός — Νομός (4.167 τ. χλμ., 215.136 κάτ.) της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, που περιλαμβάνει την Εύβοια, τη Σκύρο με τα γύρω μικρά νησιά Σκυροπούλα, Βάλαξα, Σαρακηνό κ.ά., τη συστάδα των Πεταλιών (στον ομώνυμο κόλπο), τα μικρά νησιά Καβαλιανή και Στύρα …   Dictionary of Greek

  • Ζιμπάμπουε — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ζιμπάμπουε Παλαιότερη ονομασία: Ροδεσία Έκταση: 390.759 τ. χλμ Πληθυσμός: 11.376.676 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Χαράρε (1.864.000 κάτ. το 2002)Κράτος της νοτιοκεντρικής Αφρικής. Συνορεύει στα Α και στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Λουσόν ή Λουθόν ή Λουζόν — (Luzon). Νησί (104.687 τ. χλμ., 30.759.000 το 1990) των Φιλιππίνων. Είναι το μεγαλύτερο και το πιο πυκνοκατοικημένο νησί της χώρας. Η Λ. είναι ουσιαστικά ορεινή και παρουσιάζει τρεις μακριές οροσειρές, διατεταγμένες προς νότια κατεύθυνση: τη… …   Dictionary of Greek

  • Μίνας Γκεραΐς — (Minas Gerais). Ομόσπονδη πολιτεία (586.624 τ. χλμ., 17.835.488 κάτ. το 2000) της ανατολικής Βραζιλίας· πρωτεύουσα είναι η Μπέλο Οριζόντε (2.229.697 κάτ. το 2000). Συνορεύει με τις ομόσπονδες βραζιλιανές πολιτείες Γκοϊάς και Μάτο Γκρόσο στα Δ,… …   Dictionary of Greek

  • Ορίσα — Ομόσπονδο κράτος (155.782 τ. χλμ., 26 370 271 κάτ.) της Ινδικής Ένωσης, στο βορειοανατολικό Ντεκάν. Βρέχεται από τον κόλπο της Βεγγάλης προς τα Α και ΝΑ και συνορεύει με τα ομόσπονδα κράτη της Δυτικής Βεγγάλης προς τα ΒΑ, του Μπιχάρ προς τα Β,… …   Dictionary of Greek

  • Παπούα – Νέα Γουινέα — Συγκρότημα νησιών της Νοτιοανατολικής Ασίας, μεταξύ της θάλασσας των Κοραλίων και του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού, ανατολικά της Ινδονησίας.Aνεξάρτητο κράτος από τις 16 Σεπτεμβρίου 1975 στο πλαίσιο της Bρετανικής Kοινοπολιτείας, περιλαμβάνει το… …   Dictionary of Greek

  • Ταμίλ Ναντού — Ομόσπονδο κράτος της Ινδικής Ένωσης, στο ακραίο νοτιοανατολικό τμήμα του Ντεκάν. Βρέχεται από τον Ινδικό ωκεανό στα Α και στα ΝΑ και συνορεύει με τα ομόσπονδα κράτη Άντρα Πραντές στα Β, Καρνατάκα (πρώην Μυσόρη) στα ΒΔ και Κεράλα στα Δ. Έχει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”